Κείμενο: Καπνίδης
Γιάννης
Απαγορεύεται αυστηρά
η ολική ή μερική αναδημοσίευση με
οποιοδήποτε μέσο, με μοναδική εξαίρεση τη φίλη μου
Θ. Παπαπαναγιώτου
Επίσημη Πράκτορα Μ.Υ.Α.Β.
Θ. Παπαπαναγιώτου
Επίσημη Πράκτορα Μ.Υ.Α.Β.
Ο
Καλός Βασιλιάς
Μια ...Πρωτογεννιάτικη ιστορία,
για τη μικρή Στελλίτσα.
“Μαμά,
πότε θα πάρω το δώρο μου;”, ρώτησε η
μικρή Στελλίτσα στη μαμά της.
“Την
Πρωτοχρονιά Στέλλα, δεν το είπαμε;”
“Και
μέχρι την Πρωτοχρονιά τι θα κάνω, θα
περιμένω; Είναι πολλές οι μέρες.”
“Τότε
το βράδυ που θα κάνεις την προσευχούλα
σου, να πεις στον Αη-Βασίλη να σου φέρει
το δώρο πιο νωρίς, αν και ο Άη-Βασίλης
έρχεται μόνο την Πρωτοχρονιά”
“Και
τα Χριστούγεννα δεν παίζουν τα παιδάκια;”
“Παίζουν,
αλλά με τα παλιά τους παιχνίδια. Τα
καινούρια παιχνίδια έρχονται με το νέο
χρόνο.”
“Μα
εγώ θέλω πολλά παιχνίδια και τα θέλω
τώρα!”
Η
μικρή Στελλίτσα πήγε στο δωμάτιό της
στενοχωρημένη... Κοίταξε έξω απ'το
παράθυρό της... όλη η πόλη στολισμένη με
λαμπάκια και Χριστουγεννιάτικα δέντρα.
Να χιόνιζε τουλάχιστον... δε χιονίζει
ποτέ στο Ηράκλειο τα Χριστούγεννα. Έκανε
αρκετό κρύο, αλλά χιόνι ποτέ!
“Ωραία
γιορτή... Ούτε δώρα, ούτε χιόνια, ούτε
τίποτα... ας πάω στο κρεβάτι μου.”, είπε
η Στελλίτσα και χώθηκε μέσα στην κουβέρτα
της!
Τα
φώτα στο σαλόνι έκλεισαν και η μαμά και
ο μπαμπάς, πήγαν κι εκείνοι για ύπνο με
το μικρό αδερφό της Στελλίτσας.
Η
ώρα περνούσε και το μόνο που φαινόταν
μέσα στη νύχτα ήταν τα λαμπάκια από το
μπαλκόνι. Η μαμά είχε σβήσει τα λαμπάκια
του δέντρου γιατί ήταν επικίνδυνο να
ανάβουν τη νύχτα.
“Ωραία...
ούτε τα λαμπάκια δεν ανάβουν! Ωραία
γιορτή! Χριστούγεννα! Πφφφ... Εγώ θέλω
την πρωτοχρονιά που έχει και δώρα! Δε
μ'αρέσουν τα Χριστούγεννα!”, είπε η
μικρή Στελλίτσα στο κρεβάτι της... και
πριν προλάβει να το πει... τσαφφφ... άναψαν
τα λαμπάκια του δέντρου!!!
“Μαμά!;
Εσύ είσαι;;;”
Δεν
απάντησε κανείς! Μόνο ένα χρούτσου
χρούτσου κοντά στο δέντρο και μετά...
τίποτα!
Η
μικρή Στελλίτσα δε φοβήθηκε. “Θα είναι
ο αδερφός μου”, σκέφτηκε... “κάτσε να
τον μαλώσω να πάει στο κρεβάτι του!”,
και σηκώθηκε να πάει να τον βρει.
Βγήκε
από το δωμάτιό της, πήγε στο σαλόνι, και
τι να δει... δεν πίστευε στα μάτια της!
Ένας μικρός γλυκός νάνος, βοηθός του Αη
Βασίλη, είχε στρογγυλοκαθίσει στον
καναπέ του σαλονιού και ροκάνιζε ένα
σιροπιασμένο μελομακάρονο! “Ωραία τα
έκανε τα μελομακάρονα η κυρα Στέλλα,
αλλά λίγο παραπάνω σιρόπι δε θα ήταν
άσχημο”, μονολογούσε!
“Τι
κάνεις εσύ εδώ στο σαλόνι μας; Ποιος
είσαι; Θα φωνάξω τη μαμά μου!”, τον μάλωσε
η Στέλλα, που όχι μόνο μπήκε στο σπίτι
απρόσκλητος χωρίς να βγάλει τα παπούτσια
του, όχι μόνο έκλεβε από τα μελομακάρονα
της γιαγιάς, έκανε και ψίχουλα στον
καναπέ!!!
Ο
νάνος κοίταξε τη Στέλλα και γούρλωσε
τα μάτια του! “Συγγνώμη, δεν ήθελα να
σε τρομάξω! Είμαι ο νάνος των Χριστουγέννων,
βοηθός του Αη Βασίλη και πάω στα παιδάκια
που δεν τους αρέσουν τα Χριστούγεννα!”.
“Και
τι κάνεις στα παιδάκια που δεν τους
αρέσουν τα Χριστούγεννα; Τα μαλώνεις;”,
ρώτησε η Στέλλα.
“Όχι,
τα παίρνω μαζί μου και πάμε μια βόλτα!”.
Η
Στέλλα τρόμαξε! “Μα εγώ δε θέλω να πάω
βόλτα!”.
“Είσαι
σίγουρη;”, τη ρώτησε ο νάνος. “Κοίτα
στο μπαλκόνι σας!”
Η
Στέλλα κοίταξε έξω. “Δε βλέπω τίποτα!”.
“Κοίταξε
καλά... έξω από τα κάγκελα!”
Η
Στέλλα κοίταξε καλύτερα! Ένα μεγάλο
έλκηθρο που το έσερναν δώδεκα τάρανδοι,
στολισμένο με χριστουγεννιάτικα στολίδια
ήταν παρκαρισμένο έξω από το μπαλκόνι
του σπιτιού της και περίμενε... στον
αέρα!
“Λοιπόν;
Θα έρθεις;”, ρώτησε ο νάνος.
“Μα
η μαμά θα με ψάχνει!”
“Μη
στενοχωριέσαι, μέχρι να ξυπνήσει θα
έχουμε γυρίσει!”, είπε ο νάνος.
“Καλά,
περίμενε να πάρω το μπουφάν μου”, είπε
η Στέλλα.
“Χαχα”,
γέλασε ο νάνος. “Το μπουφάν σου; Εκεί
που θα πάμε δε θα φτάσει. Πάρε αυτό
καλύτερα!”, της είπε, και της έδωσε μία
πανέμορφη γούνα κόκκινη και άσπρη,
ακριβώς στα μέτρα της!
Η
μικρή Στελλίτσα φόρεσε τη γούνα, βγήκε
στο μπαλκόνι, έκλεισε τη μπαλκονόπορτα,
και με τη βοήθεια του νάνου ανέβηκε στο
έλκηθρο...
“Που
πάμε;”, ρώτησε την τελευταία στιγμή!
“Θα
σε πάω να γνωρίσεις μερικά παιδάκια που
σήμερα γιορτάζουν τα Χριστούγεννα.
Είναι λίγο μακριά, αλλά με το έλκηθρο
θα φτάσουμε αμέσως!”.
“Σέεεΐιιι!!!”,
έκανε με τα γκέμια ο νάνος, και αμέσως
οι τάρανδοι άρχισαν να τρέχουν στον
αέρα! Το έλκηθρο ανέβηκε ψηλά στον ουρανό
και η Στελλίτσα νόμισε ότι θα ακουμπήσει
τα αστέρια. Το σπίτι της φαινόταν μικρό
μικρό και στο τέλος χάθηκε από τα μάτια
της. Το Ηράκλειο έσβησε σιγά σιγά και
το μόνο που φαινόταν τώρα πια ήταν το
φεγγάρι και η θάλασσα.
“Εσένα
πως σε λένε;”, ρώτησε η Στελλίτσα.
“Είμαι
ο Χιονίστρας, ο νάνος των Χριστουγέννων.
Κανονικά δουλεύω στο εργαστήριο του Άη
Βασίλη, αλλά τελευταία δεν έχει πολλή
δουλειά, κι έτσι αναλαμβάνω και τις
βόλτες των παιδιών που δεν τους αρέσουν
τα Χριστούγεννα.”.
“Και
δεν τα μαλώνεις τα παιδάκια που δεν τους
αρέσουν τα Χριστούγεννα;”, ρώτησε για
σιγουριά και πάλι η Στελλίτσα.
“Στελλίτσα
μου τα Χριστούγεννα δε σου αρέσουν γιατί
δεν τα γνωρίζεις. Εγώ σήμερα απλά θα σου
τα δείξω.”, είπε ο νάνος Χιονίστρας.
“Και
γιατί δεν έχει πολλή δουλειά τελευταία
το εργαστήριο του Άη Βασίλη; Λόγω
κρίσης;”¨, ρώτησε η Στελλίτσα.
“Όχι.
Δεν έχει δουλειά γιατί πολλά παιδιάκια
δεν πιστεύουν στον Άη Βασίλη και δεν
του γράφουν καθόλου γράμμα. Έτσι δε
χρειάζεται να φτιάξουμε τα δώρα τους
και η δουλειά μας είναι λιγότερη. Αλλά
δε μας πειράζει! Πίνουμε ζεστές σοκολάτες
και ξενοιάζουμε δίπλα στο τζάκι με
παραμύθια που μας λέει η γιαγιά Βασίλω!
Λιγότερη δουλειά, περισσότερη καλοπέραση
και όποιος δε ζητάει δώρο από τον Άη
Βασίλη, αυτός χάνει!”
“Ο
πρώτος τάρανδος είναι ο Ρούντολφ;”,
ρώτησε η Στελλίτσα!
“Μοουυυυυυυυυυ”,
ακούστηκε να φωνάζει νευριασμένα ο
πρώτος τάρανδος!
“Χαχα”,
γέλασε ο νάνος! “Είναι δυνατόν Στελλίτσα
μου να έχει γερμανικό όνομα ο τάρανδος;
Ο Άη Βασίλης μιλάει όλες τις ξένες
γλώσσες, αλλά δε θα έδινε ποτέ ξένα
ονόματα στους ταράνδους του. Ρήγας είναι
το όνομά του και να σου παρουσιάσω και
τους υπόλοιπους: Αστραπή, Ακτίνα,
Κεραυνός, Διάτων, Σύννεφούλα, Σπίθας,
Άνεμος, Σφαιράτος, Πύραυλος, Ορμή και
τελευταίος αριστερά ο Βολίδας.”
Η
Στελλίτσα χαιρόταν πολύ που μάθαινε
τόσα πράγματα για τον Άη Βασίλη και την
παρέα του. Θα τα έλεγε όλα στους φίλους
της! Τι κρίμα να μην ήταν κι αυτοί εδώ
μαζί της!
“Να,
φτάνουμε!”, είπε ο νάνος Χιονίστρας! “Η
πρώτη μας στάση είναι σε αυτό το χωριό!”
Μα
τι ομορφιά ήταν αυτή!!! Παντού χιονισμένα
δέντρα, μεγάλα καμπαναριά, κεράκια
αναμμένα στους δρόμους και μία μεγάλη
πλατεία γεμάτη κόσμο!
“Τι
είναι εδώ;”, ρώτησε η Στελλίτσα.
“Είναι
ένα χωριό στο Βορρά, που όλοι αγαπούν
τα Χριστούγεννα.”
Το
έλκηθρο σταμάτησε στην κεντρική πλατεία
και η Στελλίτσα κατέβηκε αμέσως... λίγο
παρακάτω ένα πανέμορφο καρουσέλ γύριζε
σαν τρελό... Η Στελλίτσα δεν μπορούσε να
αντισταθεί! Οι μαμάδες στην πλατεία
μοίραζαν γλυκά στα παιδιά και η Στελλίτσα
δεν είπε όχι σε κάτι φανταστικά σοκολατάκια
που της έδωσε μία κυρία.
Σε
μια στιγμή όμως, στην άκρη της πλατείας,
ένα παιδάκι καθόταν μόνο του. Τα ρούχα
του ήταν σκισμένα και δεν πλησίαζε να
παίξει κι αυτό, ούτε να πάρει γλυκά. Η
Στελλίτσα κατέβηκε από το καρουσέλ και
πήγε κοντά του.
“Πως
σε λένε;”, το ρώτησε.
“Γιωργάκη.”,
είπε το παιδάκι, κι έτρεμε από το κρύο.
Η
Στελλίτσα φώναξε αμέσως το Χιονίστρα.
“Δεν
έχεις να του δώσεις κι αυτού μία γουνίτσα
σαν τη δική μου να ζεσταθεί;”, τον ρώτησε.
“Ε,
δε θα του πηγαίνει, είναι αγοράκι. Έχω
κάτι άλλο όμως!”, είπε κι έχωσε το χέρι
του μέσα στο μεγάλο κόκκινο σάκο. Αμέσως,
μία πανέμορφη φορεσιά ασορτί με
παπουτσάκια βγήκε από μέσα και ο Γιωργάκης
ντύθηκε γρήγορα γρήγορα να ζεσταθεί. Ο
νάνος έβαλε το χέρι του μέσα στο σάκο
άλλη μία φορά, και ένα μεγάλο κουτί με
παιχνίδια έκανε την εμφάνισή του. Όλα
για το μικρό Γιωργάκη.
“Από
ποιον είναι Όλα αυτά;”, ρώτησε ο Γιωργάκης.
“Είναι
από το Βασιλιά Γιώργο. Σας αγαπάει όλους
και στα στέλνει να ζεσταθείς και να
παίξεις.”, είπε ο νάνος.
“Ναι,
αλλά εγώ έχω κι άλλους φίλους που θέλουν
ρούχα... τι θα κάνουμε;”, είπε ο Γιωργάκης.
“Που
είναι;”, ρώτησε ο νάνος.
“Εδώ!”,
είπε ο Γιωργάκης και έδειξε το στενό. Η
Στελλίτσα έτρεξε να δει και μόλις έστριψε
στη γωνία, ένα τσούρμο από μικρά παιδάκια,
όλα κακοντυμένα και πεινασμένα έκανε
την εμφάνισή του.
“Πωπω!”,
έκανε η Στελλίτσα! “Έχουμε τόσα ρούχα;”,
ρώτησε το Χιονίστρα!
“Εδώ
Στελλίτσα μου, μάλλον θα χρειαστούμε
ενισχύσεις”, είπε ο νάνος, και κίνησε
προς το έλκηθρο. Έβγαλε ένα περίεργο
πράσινο ακουστικό σε σχήμα Χριστουγεννιάτικου
δέντρου, με ένα καλώδιο πολύ παράξενο
και μίλησε:
“Εδώ
Χιονίστρας, εδώ Χιονίστρας, με ακούτε
στα κεντρικά;”
“Ναι
Χιονίστρα, σε ακούμε!”, απάντησε μία
λεπτή φωνίτσα.
“Πείτε
στο Βασιλιά ότι θέλω ενισχύσεις, θέλω
ρούχα για περίπου 20 παιδάκια!”.
“Και
φαγητό!”, φώναξε η Στελλίτσα!
“...και
φαγητό!”, επανέλαβε ο Χιονίστρας!
Λίγα
λεπτά αργότερα, κάτι γυναίκες εμφανίστηκαν
στην πλατεία, όλες ντυμένες το ίδιο.
Κοιτούσαν δεξιά, κοιτούσαν αριστερά,
σαν κάτι να έψαχναν. Και μόλις είδαν το
έλκηθρο, κατευθύνθηκαν προς αυτό.
“Που
είναι τα παιδιά, μας έστειλε ο Βασιλιάς.”,
είπε μία από αυτές με κοφτή φωνή, που
μάλλον έκανε και κουμάντο.
Μα
πότε πρόλαβε, σκέφτηκε η Στελλίτσα...
“Που
θα τα πάτε τα παιδάκια;”, ρώτησε η
Στελλίτσα.
“Στελλίτσα
μου τα παιδάκια αυτά ούτε θα ξαναπεινάσουν,
ούτε θα ξανακρυώσουν. Οι κυρίες αυτές
θα φροντίσουν γι'αυτό!”, είπε ο νάνος.
“Μα
τόσο καλός είναι αυτός ο Βασιλιάς;”,
ρώτησε η Στελλίτσα.
“Ναι,
τόσο καλός”, είπε ο νάνος, και πήρε
αγκαλιά τη Στελλίτσα, την έβαλε στο
έλκηθρο και ξεκίνησαν αμέσως!
“Που
πάμε τόσο βιαστικά;”, ρώτησε η Στελλίτσα.
“Περνάει
η ώρα και έχουμε πολλά μέρη να δούμε
ακόμη!”.
Ο
Ρήγας έδωσε το σήμα και το έλκηθρο πέταξε
γρήγορα για άλλο μέρος! Της Στελλίτσας
της άρεσε πολύ τελικά αυτό το ταξίδι...
άσε που το έλκηθρο ήταν γεμάτο λιχουδιές.
Είχε ανακαλύψει ένα ντουλαπάκι που
όποτε το άνοιγε, ένα καινούριο γλυκό
έβγαινε από μέσα και η βασιλόπιτα που
είχε βγεί τώρα ήταν πεντανόστιμη...
Το
έλκηθρο πλησίασε σε ένα άλλο μέρος, αλλά
αυτό που έβλεπε η Στελλίτσα δεν της
άρεσε καθόλου. Καπνοί, μαύρα σύννεφα,
φωτιές παντού! Πόλεμος!
“Τι
είναι εδώ;”, ρώτησε η Στελλίτσα.
“Εδώ
είναι ένα χωριό στο Νότο, που και πάλι
όλοι αγαπούν τα Χριστούγεννα, αλλά δεν
μπορούν να τα γιορτάσουν...”, είπε ο
νάνος.
“Γιατί;”
“Γιατί
έχουν πόλεμο!”
Η
Στελλίτσα άρχισε να σκέφτεται πόσο
όμορφα ήταν τα Χριστούγεννα στο Ηράκλειο,
κι ας μην είχε ούτε χιόνια, ούτε δώρα.
Το
έλκηθρο κατέβηκε. Η Στέλλα όμως φοβόταν
να κατέβει αυτή τη φορά. Κοιτούσε γύρω
και το μόνο που έβλεπε ήταν ανθρώπους
να τρέχουν φοβισμένοι, παιδάκια στην
αγκαλιά της μαμάς τους και ούτε ένα
χαμόγελο πουθενά. Μα τι Χριστούγεννα
ήταν αυτά;;; Καπνοί έβγαιναν από παντού
και ούτε λόγος για κάλαντα και
Χριστουγεννιάτικα τραγούδια.
“Θα
μείνουμε πολύ εδώ;”, ρώτησε η Στελλίτσα.
“Φοβάμαι!”.
“Μη
φοβάσαι Στελλίτσα. Εδώ είμαστε για να
βοηθήσουμε! Θέλεις να με βοηθήσεις κι
εσύ;”, ρώτησε ο νάνος.
“Τι
να κάνω;”
“Λύσε
το Ρήγα”.
Η
Στελλίστα κατέβηκε από το έλκηθρο και
μέσα στο θόρυβο πλησίασε τη μουσούδα
του Ρήγα και τον έλυσε.
Ο
Χιονίστρας άρπαξε πάλι το περίεργο
πράσινο ακουστικό σε σχήμα Χριστουγεννιάτικου
δέντρου.
“Εδώ
Χιονίστρας, εδώ Χιονίστρας. Με ακούτε
στα κεντρικά; Η αποστολή είναι πολύ
δύσκολη. Λύνω το Ρήγα. Πείτε στο Βασιλιά
να στείλει ενισχύσεις. Όβερ.”.
“Εντάξει
χιονίστρα, έρχονται για ενίσχυση ο
Παγετώνας και ο Στρόβιλος”!
“Χα,
τους έχουμε στο χέρι!”, είπε ο Χιονίστρας!
“Τώρα θα δουν που μου θέλουν πόλεμο τα
Χριστούγεννα!”.
Η
Στελλίτσα έλυσε το Ρήγα και ο Ρήγας με
τη σειρά του έλυσε με τη μουσούδα του
την Αστραπή, τον Κεραυνό, τη Συννεφούλα
και τον Ανεμο.
“Ορμάτε
παιδιά, έχουμε δουλειά!”, είπε ο
Χιονίστρας!
“Που
πάνε;”, ρώτησε η Στελλίτσα.
“Τα
βλέπεις αυτά τα αεροπλάνα που ρίχνουν
τις βόμβες;”, ρώτησε ο Χιονίστρας.
“Ναι.”
“Ε,
δε θα τα ξαναδείς!”
Οι
τάρανδοι πέταξαν στον ουρανό και από
τα πέταλά τους άρχισαν να βγαίνουν
περίεργες φωτιές. Η Αστραπή κι ο Κεραυνός
έκαναν τη νύχτα μέρα, η Συννεφούλα έκανε
τόσα σύννεφα που ούτε τη μύτη σου δεν
έβλεπες ενώ ο Άνεμος άρχισε να φυσάει
τόσο δυνατά, που λύγισαν και τα δέντρα...
και σε λίγο, έφτασε ο Παγετώνας και ο
Στρόβιλος. Μια απίστευτη χιονοθύελλα με
χιόνια, σύννεφα, αέρα, αστραπές, βροντές
κι αέρα ξεκίνησε και τα αεροπλάνα που
έριχναν τις βόμβες δεν μπορούσαν να
κάνουν αλλιώς... έφυγαν άρων άρων.
Μόλις
έφυγαν τα αεροπλάνα, ο ουρανός καθάρισε.
Ο Ρήγας πέταξε τότε γρήγορα στο καμπαναριό
της εκκλησίας, και με το πέταλό του...
“Ντινννννν.... ντάνννννννν... ντιινννννν...
ντανννννν...”, χτύπησε την καμπάνα. Ο
φόβος έφυγε από τα πρόσωπα όλων. Έτρεξαν
να δούν τι γίνεται στην εκκλησιά και
ποιος χτυπάει την καμπάνα και τι να
δουν... Δύο τεράστια Χριστουγεννιάτικα τραπέζια στρωμένα με ένα πελώριο
φωτισμένο Χριστουγεννιάτικο δέντρο
στη μέση και αρκετές κυρίες, πάλι ντυμένες
όλες στα ίδια ρούχα, σαν αυτά στο
προηγούμενο χωριό, έστρωναν και ετοίμαζαν.
“Μα
ποιες είστε εσείς;”, τις ρώτησε η
Στελλίτσα.
“Μας
έστειλε ο Βασιλιάς. Είμαστε στην υπηρεσία
του.”.
“Μα
ποιος είναι αυτός ο Βασιλιάς, θέλω κι
εγώ να τον γνωρίσω.”, είπε η Στελλίτσα.
“Δε
γίνεται Στελλίτσα μου, δεν μπορείς
ακόμη”, της είπε ο νάνος.
“Γιατί;”,
ρώτησε η Στελλίτσα! “Εγώ θέλω να τον
γνωρίσω!”...
...πριν
προλάβει να πάρει απάντηση όμως, ένα
μικρό κοριτσάκι τράβηξε την προσοχή
της. Στα χέρια του κρατούσε μια σκισμένη,
βρώμικη κούκλα και προσπαθούσε να
παίξει... αλλά πως να παίξει με μία κούκλα
που δεν έχει ούτε καν μαλλιά;
Τότε
η Στελλίτσα σκαρφίστηκε ένα φανταστικό
σχέδιο. Μόλις απομακρύνθηκε ο νάνος,
πήρε το μικρό κοριτσάκι από το χέρι και
το πήγε στο έλκηθρο. Ανέβηκε επάνω και
άνοιξε τον κόκκινο σάκο. Δεν μπορεί, όλο
και κάποιο παιχνίδι θα έβγαινε για το
κοριτσάκι. Έβαλε το χέρι της μέσα και
έβγαλε το πρώτο παιχνίδι... αλλά τι να
δει! Ήταν η δική της κούκλα, που είχε στο
Ηράκλειο.
“Δεν
μπορεί, κάποιο λάθος θα έχει γίνει!”,
σκέφτηκε. “...αυτή η κούκλα είναι δική
μου!”.
Ξαναέχωσε
το χέρι της μέσα και νά σου πάλι... η άλλη
της η κούκλα από το σπίτι της γιαγιάς!
Προσπάθησε κι άλλες φορές, αλλά αυτός
ο σάκος κάτι είχε πάθει... όλο τα δικά
της τα παιχνίδια έβγαζε!!!
Σε
λίγο, να 'σου καταφτάνει κι ο Χιονίστρας!
“Τι
κάνεις εκεί Στελλίτσα;”, τη ρώτησε!
“Χιονίστρα
μου αυτός ο σάκος κάτι έχει πάθει! Ήθελα
να δώσω μία κούκλα στο κοριτσάκι και
όλο τις δικές μου κούκλες βγάζει!”
Το
κοριτσάκι κοιτούσε γουρλωτά την έβδομη
κούκλα που έβγαινε από το σάκο, η Στελλίτσα
περίμενε απάντηση από τον Χιονίστρα,
και ο Χιονίστρας δεν απαντούσε.
Η
Στελλίτσα κατάλαβε.... κι έδωσε την κούκλα
της στο κοριτσάκι. Μετά, να 'σου κι άλλο
παιδάκι, και η Στελλίτσα έβαλε το χέρι
της στο σάκο. Βγήκε κι άλλη δική της
κούκλα. Την έδωσε κι αυτή. Κι ύστερα κι
άλλο παιδάκι, κι άλλη δική της κούκλα,
κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο και η Στελλίτσα
δε σταματούσε να χαρίζει τα παιχνίδια
της... μέχρι που τελείωσαν όλα.
“Πωπω,
τελικά είχα πολλά παιχνίδια!”, σκέφτηκε
όταν είδε το τσούρμο με τα παιδάκια που
δεν ήξεραν πως να την ευχαριστήσουν.
“Μπράβο
Στελλίτσα!”, της είπε ο Χιονίστρας.
“Πάμε τώρα!”.
“Που
πάμε;”, ρώτησε η Στελλίτσα!
“Δεν
ήθελες να γνωρίσεις το Βασιλιά; Πάμε να
τον γνωρίσεις!”
“Μα
είπες ότι δεν μπορώ!”
“Έκανα
λάθος!”
Ο
Χιονίστρας έζεψε τους ταράνδους κι
ανέβασε τη Στελλίτσα στο έλκηθρο! Έδωσε
και πάλι το σύνθημα και το έλκηθρο πέταξε
γρήγορα ψηλά με τη Στελλίτσα να χαιρετά
τους φίλους της, που σίγουρα δε θα την
ξεχάσουν ποτέ!
Λίγη
ώρα αργότερα το έλκηθρο άρχισε να
κατεβαίνει πιο χαμηλά.
“Φτάσαμε;”,
ρώτησε η Στελλίτσα.
“Ναι,
φτάσαμε.”, είπε ο Χιονίστρας!
“Καλέ,
εδώ είναι ερημιά! Που μένει ο Βασιλιάς;”
“Τώρα
θα πάμε να τον δεις”, είπε ο νάνος.
Το
έλκηθρο σταμάτησε και η Στελλίτσα
κατέβηκε.
Κοίταξε
το νάνο, και...σχεδόν δεν τον αναγνώρισε!
Είχε αλλάξει ρούχα! Κρατούσε και ένα
μπαστούνι... άλλο πάλι κι αυτό!
“Γιατί
ντύθηκες έτσι;”, ρώτησε.
“Για
να μη δώσουμε στόχο... θα δεις!”
Ο
Χιονίστρας με τη Στελλίτσα προχώρησαν
στο μονοπάτι που βρήκαν λίγο παραπέρα...
παντού ερημιά! Έκανε κρύο, αλλά τι ωραία
βραδιά! Όλα τα αστέρια έλαμπαν και
φώτιζαν το δρόμο. Ένα αστέρι συγκεκριμένα...
πω πω... ήταν τεράστιο!!!
Λίγο
παρακάτω, τρεις κύριοι ντυμένοι περίεργα
με καλυμμένα τα κεφάλια προχωρούσαν
μέσα στη νύχτα!
Η
Στελλίτσα δεν άντεξε άλλο ποδαρόδρομο!
“Καλέ
κύριοι, ψάχνουμε να βρούμε το Βασιλιά,
μήπως ξέρετε που είναι; Χαθήκαμε!”,
φώναξε.
“Κι
εμείς εκεί πάμε κορίτσι μου, ακολουθήστε
μας!”
“Μα
τι βασιλιάς ήταν αυτός χωρίς παλάτι!
Εδώ δεν έχει ψυχή, θα μας φάνε οι λύκοι!”,
σκέφτηκε η Στελλίτσα! “Και που τα έβαζε
τόσα δώρα που έστελνε στα παιδάκια; Εδώ
στις ερημιές;”.
Λίγη
ώρα αργότερα έφτασαν κοντά σε ένα
σπιτάκι... δηλαδή δεν ήταν σπιτάκι...
σταύλος ήτανε και μάλιστα χειρότερος
από αυτόν που έβαζε το γάιδαρό του ο
παππούς ο Νίκος!
“Χαθήκαμε,
ε; Καλά στα έλεγα νάνε μου! Μακάρι να
είναι κανένας άνθρωπος μέσα να ρωτήσουμε
πως να πάμε στο παλάτι!”, είπε η Στελλίτσα!
“Φτάσαμε
Στέλλα!”, της απάντησε ο νάνος.
“Φτάσαμε;
Και που είναι το παλάτι του Βασιλια;”,
ρωτούσε η Στελλίτσα, αλλά απάντηση δεν
έπαιρνε.
Η
νύχτα ήταν τόσο ήσυχη που θα έλεγε κανείς
ότι μόνο μία λεπτή μουσική ακουγοταν
από τον ουρανό... αλλά μάλλον λάθος...
ποιος να λέει τραγούδια τέτοια ώρα, και
μάλιστα από τον ουρανό!
Η
πόρτα του στάβλου άνοιξε και η Στελλίτσα
ήθελε να ρωτήσει τι έκανε τέτοια ώρα
ένας Βασιλιάς σε ένα στάβλο!
Ο
νάνος, οι τρεις κύριοι και η Στελλίτσα
μπήκαν μέσα στο στάβλο! Μια νεαρή κοπέλα
κρατούσε το μωρό της στην αγκαλιά. Ένας
άλλος κύριος πήρε τη μικρή ταϊστρα των
αλόγων, τη γέμισε με άχυρα και την έβαλε
μπροστά στην κοπέλα. Η κοπέλα τύλιξε το
μωρό και το έβαλε μέσα στην ταϊστρα.
Έκανε κρυο. Πολύ κρύο. Η Στελλίτσα δεν
κρύωνε, είχε τη γουνίτσα της, αλλά το
μωράκι τι θα έκανε;
“Να
του δώσω τη γούνα μου;”, ρώτησε η Στελλίτσα
το νάνο, αλλά πριν τελειωσει αυτό που
έλεγε, ένα γαϊδουράκι και μία αγελαδίτσα
από το στάβλο πλησίασαν το μωρό και
άρχισαν να το ζεσταίνουν με την ανάσα
τους.
Η
Στελλίτσα κάπου το είχε ξαναδεί όλο
αυτό.
Οι
τρεις κύριοι γονάτισαν μπροστά στο μωρό
και άφησαν τα δώρα που του κρατούσαν.
“Σμύρνα!”,
είπε ο πρώτος. “Άρωμα ακριβό!”.
“Χρυσός!”,
είπε ο δεύτερος. “Μέταλλο βασιλικό!”
“Λιβάνι!”,
είπε ο τρίτος. “Δώρο θεϊκό και σπάνιο!”
“Για
σταθείτε”, είπε η Στελλίτσα... “τώρα
θυμήθηκα... αυτός δεν είναι ο Βασιλιάς...
αυτός καλέ είναι ο...”, και τα μάτια της
κοίταξαν το νάνο!
“...είναι
ο Βασιλιάς όλου του κόσμου!”, απάντησε
ο νάνος!
Η
Στελλίτσα χαμογέλασε... χάιδεψε το μωράκι
κι εκείνο της χαμογέλασε! Ήταν τόσο
γλυκό!
“Έχετε
πολύ όμορφο μωράκι κυρία Μαρία!”, είπε
στη μαμά του! Το ήξερε το όνομα της μαμάς
του μωρού... το θυμήθηκε από το σχολείο!
Και το όνομα του μωρού το ήξερε, αλλά
δεν ήθελε να το πει γιατί δεν το είχανε
βαφτίσει ακόμα!
“Κι
εσένα η μαμά σου είναι πολύ τυχερή που
έχει εσένα!”, απάντησε η μαμά του μωρού!
Η
νύχτα πέρασε γρήγορα και η Στελλίτσα
έπαιξε όλη νύχτα με το μωρό-Βασιλιά,
μέχρι που την πήρε ο ύπνος κι εκείνη!
Πότε
την πήρε αγκαλιά ο νάνος, πότε την ανέβασε
στο έλκηθρο, πότε την πήγε σπίτι, πότε
την έβαλε στο κρεβάτι της... ούτε που το
κατάλαβε!
Την
άλλη μέρα το πρωί ξύπνησε αργά. Ήπιε το
γάλα της και πήγε να παίξει με τα παιχνίδια
της, αλλά... δεν τα είχε πια! Τα είχε
χαρίσει όλα στους φίλους της, εκεί στο
χωριό του Νότου!
Η
μαμά της Στελλίτσας ούτε που ήξερε που
πήγαν τα παιχνίδια... της εξήγησε η
Στελλίτσα, αλλά που να πιστέψει η μαμα
ιστορίες με νάνους και Χιονίστρες! ...ή
μάλλον νάνους Χιονίστρες... τέλος πάντων,
την μπέρδεψε περισσότερο η Στελλίτσα
τη μαμά, μέχρι που όλα ξεκαθάρισαν το
βράδυ της πρωτοχρονιάς!
Η
πόρτα χτύπησε και ένας πολύ περίεργος
ταχυδρόμος άφησε ένα πολύ περίεργο και
πολύ τεράστιο κουτί έξω από το σπίτι
της Στελλίτσας!
...και
η κάρτα στο κουτί έγραφε: “Να παραδοθεί
προσωπικά στη Στελλίτσα! Αποστολέας
Νάνος Χιονίστρας, Κεντρικά Εργαστήρια
Άη Βασίλη, Καισαρεία”.
Κανείς
δεν πίστευε στα μάτια του! Η Στελλίτσα
άνοιξε το δέμα και το πρώτο πράγμα που
είδε ήταν ένα χαρτί πάνω πάνω.
“Μαμά,
διάβασέ μου!”, είπε στη μαμά της.
Το
χαρτί εγραφε:
“Απονέμουμε
τον τίτλο της Μυστικής Πράκτορος
Χριστουγέννων στη Στελλίτσα. Στο δέμα
αυτό θα βρει όλο τον εξοπλισμό που
χρειάζεται! Με τιμή, Νάνος Ψιθυριστός,
Υπεύθυνος Μ.Υ.Α.Β. (Μυστικές Υπηρεσίες
Άη Βασίλη)”
Το
κουτί ήταν γεμάτο παιχνίδια για όλα τα
παιδάκια! Για τη Στελλίτσα, τον αδερφό
της, την ξαδέρφη της τη Μαρία Ελένη! Στον
πάτο όμως του κουτιού, η Στελλίτσα είδε
κάτι που αναγνώρισε αμέσως. Το άρπαξε
κι έτρεξε να το κρύψει κάτω από το
μαξιλάρι της. Ύστερα επέστρεψε κι έπαιξε
με τα άλλα παιδάκια σα να μη συμβαίνει
τίποτα!
Τη νύχτα,
όταν όλοι κοιμήθηκαν, η Στελλίτσα έβγαλε
το μυστικό δώρο της κάτω από το μαξιλάρι:
ήταν το ειδικό πράσινο τηλέφωνο ανάγκης
σε σχήμα Χριστουγεννιάτικου δέντρου με το παράξενο καλώδιο! Με μιας,
πάτησε το κουμπί και μίλησε: “Εδώ Μυστική
Πράκτωρ Χριστουγέννων Στελλίτσα! Με
ακούτε στα κεντρικά; Οι ειδήσεις είπαν
ότι στην Ελλάδα λόγω κρίσης πολλά
παιδάκια δε θα πάρουν δώρο! Στείλτε
ενισχύσεις! 'Οβερ!”
Καλή
χρονιά σε όλους, από εμένα και την ανιψιά
μου Στέλλα, επίσημη πράκτορα Μ.Υ.Α.Β. (Μυστικές
Υπηρεσίες Άη Βασίλη)
Καπνίδης
Γιάννης
1 σχόλιο:
Καλή χρονιά Γιάννη μου.
Δημοσίευση σχολίου